Στην Κύπρο οι καλλιτέχνες φαίνεται να μην γνωρίζουν εις βάθος τα δικαιώματά τους σε συνάρτηση με το νομοθετικό πλαίσιο που να αφορά την Πνευματική τους Ιδιοκτησία. Η προστασία της Πνευματικής Ιδιοκτησίας σύμφωνα με το Kυπριακό δίκαιο, χορηγείται στους δημιουργούς πρωτότυπων έργων, στους παραγωγούς ταινιών και ηχογραφήσεων, στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς και η προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων στους καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές.
Συνεπώς, στο Κυπριακό δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, οι παραγωγοί ηχογραφήσεων και ταινιών και οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί προστατεύονται από τη νομοθεσία ως «δημιουργοί». Το Κυπριακό δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας αναγνωρίζει ως κατόχους συγγενικών δικαιωμάτων μόνο τους ερμηνευτές –εκτελεστές. Εντωμεταξύ, το Κυπριακό δίκαιο προβλέπει ειδικές εξαιρέσεις αναφορικά με το δικαίωμα ελέγχου που εφαρμόζονται σε ειδικές περιπτώσεις όπως της ιδιωτικής χρήσης, επιστημονικής έρευνας, χρήσης από εκπαιδευτικά ιδρύματα κ.ά.
Ωστόσο, παρ’ όλο που ο νόμος προβλέπει δύο κατηγορίες ως κατόχους συγγενικών δικαιωμάτων, δηλ. τους ερμηνευτές και εκτελεστές, κύκλος των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων είναι ενδεχόμενο να διευρυνθεί με την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ως τέτοια ανάγκη επέκτασης των κατηγοριών, έχει παρατηρηθεί με την τροποποίηση του περί του Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων Νόμο του 1976 (59/1976) και την εναρμόνιση αυτού με την την Οδηγία 2019/789/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 2019, για τον καθορισμό κανόνων σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων που ισχύουν για ορισμένες επιγραμμικές μεταδόσεις ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και αναμεταδόσεις τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου.
Ουσιαστικά, με την προτεινόμενη τροποποίηση του Νόμου προστίθενται ως κάτοχοι συγγενικών δικαιωμάτων οι τηλεοπτικοί / ραδιοφωνικοί οργανισμοί. Ειδικότερα, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί έχουν το δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την παρουσίαση στο κοινό και τη διάθεση στο κοινό έργων ή άλλων αντικειμένων προστασίας, με ενσύρματα ή ασύρματα μέσα, κατά τρόπο ώστε τα μέλη του κοινού να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά σε τόπο και χρόνο που επιλέγει ο καθένας ατομικά.
Όσον αφορά τις πρόνοιες του Ευρωπαϊκού Δικαίου, σε αυτό παραδοσιακά διακρίνεται από την Πνευματική Ιδιοκτησία των συγγενικών δικαιωμάτων. Ενώ, δηλαδή, η Πνευματική Ιδιοκτησία αφορά τα πρωτότυπα έργα και χορηγείται στους δημιουργούς τους, η προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων αφορά την συμβολή προσώπων που συνεισφέρουν στη διάδοση των έργων, όπως οργανωτικής, επιχειρηματικής, οικονομικής ή τεχνικής φύσεως παρεμβάσεις ούτως ώστε να επιτευχθεί η τελική μορφή ενός δημιουργήματος.
Οι προαναφερόμενες εξαιρέσεις εμφανίζονται για να «δικαιολογήσουν» εν μέρει την προσβολή Πνευματικής Ιδιοκτησίας. Προσβολή ξεκινά να υπάρχει εάν κάποιο πρόσωπο προβαίνει, προκαλεί ή επιτρέπει σε άλλο πρόσωπο να προβεί, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, στην τέλεση πράξης η οποία καλύπτεται από συγκεκριμένο Πνευματικό Δικαίωμα (copyright). Σε περίπτωση προσβολής, τότε ο δικαιούχος απολαμβάνει αστική και ποινική προστασία.
Ωστόσο, σε αγωγή για προσβολή εάν αποδειχθεί ότι ναι μεν υπήρξε προσβολή, αλλά κατά το χρόνο αυτής ο εναγόμενος δεν γνώριζε, αλλά ούτε είχε βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι υπήρχε δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στο έργο το οποίο αφορά η αγωγή, ο ενάγων δεν δικαιούται να ζητήσει καμία αποζημίωση. Το δικαστήριο θα αποφασίσει ότι δικαιούται να του παρασχεθούν τα κέρδη που έχουν προκύψει λόγω της προσβολής.
Από την άλλη, το έργο άλλου δύναται να χρησιμοποιηθεί νόμιμα εάν υπομεταβιβαστούν τα δικαιώματα, εάν ο δημιουργός δώσει την άδεια για αυτό, ή εάν η χρήση καλύπτεται από κάποια εξαίρεση του δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
Εν κατακλείδι, πρέπει να σημειωθεί ότι η νομοθεσία είναι ευέλικτη και επιτρέπει η παράθεση να εξυπηρετεί κάποιον σκοπό, όπως καλλιτεχνικό, ενημερωτικό ή/και διδακτικό. Επιπλέον, η Πνευματική Ιδιοκτησία αποτελεί μια κατοχύρωση που εξυπηρετεί το προσωπικό «μονοπώλειο» του καλλιτέχνη εντός της αγοράς και της βιομηχανίας. Άρα οφείλει να είναι πρωτεύων του μέλημα, αφού είναι ο τρόπος και η μέθοδος να πουλήσει την ιδέα, τον χρόνο και την τέχνη του για να επωφεληθεί από αυτό.